Δευτέρα 27 Δεκεμβρίου 2021

Κριτική για «Αγαμέμνων» με Στάνκογλου και Πρωτόπαππα, 3/9/18 Θέατρο Δάσους

 Ο Τσέζαρις Γκραουζίνις, μετά την επιτυχία του Επτά επί Θήβας και την αμφιλεγόμενη Ρώσικη Επανάσταση, καταπιάστηκε και πάλι με το αρχαίο δράμα σκηνοθετώντας το πρώτο έργο της τριλογίας της Ορέστειας του Αισχύλου, Αγαμέμνων.

ο Λιθουανός σκηνοθέτης, που ο ίδιος έχει δηλώσει πως “η Ελλάδα είναι η πατρίδα του γιου του και τον δένουν συναισθηματικοί δεσμοί και δεσμοί αίματος με αυτήν”, μας μύησε για ακόμα μια φορά στον εξαιρετικά δωρικό αισθητηριακό του κόσμο, προσφέροντάς μας έναν Αγαμέμνωνα που μέσα από τον σύγχρονο ευρωπαϊκό μοντερνισμό της αφαίρεσης μοιάζει πιο κλασικός, αυθεντικός και αρχαιοπρεπής από κάθε άλλη φετινή παράσταση αρχαίου δράματος.

Η απόλυτη σκηνογραφική πενία (επί τις ουσίας απλώς μια ξύλινη εξέδρα- προβλήτα) και ο κόντρα φωτισμός προς τους θεατές μετέτρεπε τους ήρωες του δράματος Αγαμέμνονα-Κλυταιμνήστρα σε υπερβατικούς ήρωες άνευ υλικής υπόστασης και την παράσταση σε άυλο όνειρο.

Ηγετική φιγούρα αυτής της άυλης, λόγιας αισχυλικής επιδρομής αναδείχτηκε αφενός η έξοχη μετάφραση του ποιητή Γιώργου Μπλάνα και αφετέρου η υπερβατική, σύγχρονη, δυναμική και υποδειγματική ερμηνεία της Μαρίας Πρωτόπαππα στον ρόλο της Κλυταιμνήστρας. Η Πρωτόπαπα, πιο συγκεκριμένα, μέσα στο υπέροχο απαλό-ροζ φόρεμά της και με το κοντό πλατινέ μαλλί της ερμήνευσε μια Κλυταιμνήστρα σύμβολο γυναικείας αυτεξούσιας δράσης η οποία κυμαινόταν ανάμεσα σε Μαρία Αντουανέτα και σε λαοφιλή πρωταγωνίστρια του θεάτρου του 20ου αιώνα, προσδιορίζοντας προσφυώς το ύφος και την ερμηνεία των υπολοίπων. Η γυναίκα που έχει πλημμυρίσει με ακόρεστο μίσος για τον άντρα της, ο οποίος αφού θυσίασε την κόρη τους, Ιφιγένεια στην Αυλίδα προκειμένου να φυσήξει ούριος άνεμος στα πανιά των Αχαιών, ώστε να εκστρατεύουν ενάντια στην Τροία, την παράτησε μόνη δέκα ολόκληρα χρόνια με άλλα δυο παιδιά. Έχοντας μάλιστα αφανίσει  στρατιές Αργείων στα πεδία των μαχών, όταν πλέον επέστρεψε στην πατρογονική εστία, έφερε συν τοις άλλοις μαζί του πίσω στο βασιλικό ανάκτορο των Μυκηνών, σκλάβα και ερωμένη του την πριγκίπισσα  Κασσάνδρα, κόρη του βασιλιά Πριάμου.

Η Πρωτόπαπα λοιπόν σκιαγράφησε με μεγάλη επιτυχία την περίπλοκη και άκρως ενδιαφέρουσα ψυχοσύνθεση αυτής της γυναίκας που αυτεξούσια υψώνει ανάστημα ενάντια στην ανθρώπινη μοίρα της (στη γυναικεία μοίρα της), στα θελήματα του άντρα της, των θεών και της πόλης. Το μίσος, η ειρωνεία, η τιμωρία παλαιών και καινών  μιασμάτων, η φόνισσα και η αυτεξούσια γυναίκα βρίσκουν την ιδεατή έκφρασή τους στην ερμηνεία της Μαρίας Πρωτόπαππα.

Επίσης, πολύ ενδιαφέρουσα ήταν και η ερμηνεία του πάντα εξαιρετικού Γιάννη Στάνκογλου στον ρόλο του Αγαμέμνονα. Ο Στάνκογλου ερμήνευσε ειδικότερα, έναν Αγαμέμνονα αρκετά σύγχρονο, σαν έναν αρτ ποπ σταρ της εποχής μας, έναν ήρωα που διακατέχεται από το σεμνό ναρκισσισμό των χολιγουντιανών σταρ, στοιχείο που δένει αρμονικά με την ψυχολογία του στρατηλάτη νικητή, πορθητή της Τροίας και βασιλέα των Μυκηνών Αγαμέμνων. Ο Στάνκογλου μάς χάρισε ως εκ τούτου, μια υποδειγματική ερμηνεία ενός πιο σύγχρονου τρόπου αντιμετώπισης αυτών των γιγαντιαίων ρόλων του αρχαίου δράματος.

Διαυγής και άμεση ήταν από την άλλη, η ερμηνεία της  Ιώβης Φραγκάτου στον ρόλο της Κασσάνδρας, ενώ ο φύλακας και ο αγγελιαφόρος των Θοδωρή Κατσαφάδου και Αργύρη Πανταζάρα αντίστοιχα,  βρέθηκαν  το δίχως άλλο σωστά τοποθετημένοι εντός του κλίματος που επέβαλε η εξουσία της δυναμικής Κλυταιμνήστρας-Πρωτόπαπα.

Ο χορός της τραγωδίας που  αποτελεί διακριτή κοινωνική ομάδα, συχνά περιθωριακή και αναπτύσσει με κάποιον από τους πρωταγωνιστές σχέσεις συμπαθείας αλλά ταυτόχρονα τηρεί σχετική απόσταση από τους υποκριτές και σχολιάζει τα γεγονότα σχεδόν σαν ανεξάρτητος παρατηρητής, αποτελείτο από 12 γέροντες. Αντιπροσωπεύουν σαφώς  την ηλικιακή ή σωματική ανημποριά και λόγω ακριβώς αυτού του ζοφερού δεν είχαν ακολουθήσει τους υπόλοιπους άντρες στον πόλεμο. Το γεγονός αυτό πιστοποιούσαν άλλωστε και οι πατερίτσες που κρατούσαν, μοναδικά σχεδόν σκηνικά αντικείμενα της παράστασης. Τραγουδούν άπαντες με μια φωνή, απόλυτα συγχρονισμένοι, κανοναρχούν τη βασίλισσα, επευφημούν τον Αγαμέμνονα, διαφωτίζουν τον ρόλο της Κασσάνδρας, ψέγουν τον Αίγισθο για να καταλήξουν, ύστερα από την τραγική μοίρα του νικηφόρου βασιλιά τους, στην αφοριστική αλήθεια  δίκην αποφθέγματος πως :  «Νικητής είναι πάντα το Πεπρωμένο».

Κλείνοντας, στη σκηνική παρουσίαση συνέβαλαν επίσης ο Έντι Λάμε στην κίνηση,  o Χάρης Πεγιάζης στη μουσική και o Αλέκος Γιάνναρος στους φωτισμούς.

Κριτική: Νέστορας Αναστάσιος

Φωτογραφίες & Video: Στέλλα Πέρπερα

Επιμέλεια: Ευθύμιος Ιωαννίδης 

Ταυτότητα Παράστασης 

Στον διπλό ρόλο του Αγαμέμνονα και του Αίγισθου ο Γιάννης Στάνκογλου. Κλυταιμνήστρα η Μαρία Πρωτόπαππα. Μαζί τους ο Θοδωρής Κατσαφάδος, ο Αργύρης Πανταζάρας, η Ιώβη Φραγκάτου και 12μελής χορός. Το έργο ανεβαίνει σε νέα μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα και πρωτότυπη μουσική του Χάρη Πεγιάζη.

Συντελεστές:
Μετάφραση: Γιώργος Μπλάνας
Σκηνοθεσία: Τσέζαρις Γκραουζίνις
Σκηνικά – Κουστούμια: Κέννυ ΜακΛέλλαν
Μουσική-Μουσική Διδασκαλία: Χάρης Πεγιάζης
Κίνηση: Έντι Λάμε
Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος
Βοηθός Σκηνοθέτη: Συγκλητική Βλαχάκη

Σημείωμα του σκηνοθέτη:

Αυτή η ιστορία του Αισχύλου εκφράζει με εκπληκτική δύναμη το παράλογο της ανθρώπινης μοίρας.

Πράγματι, χάνουμε αέναα στον αγώνα με τον φόβο μας.

Πράγματι, φτιάχνουμε πολιτείες ασταμάτητα και είμαστε αιχμάλωτοι στις φυλακές που χτίζουμε εκούσια με τα ίδια μας τα χέρια.

Πράγματι, περιμένουμε σωτήρες και όταν τελικά εμφανιστούν συνειδητοποιούμε ότι δεν αξίζουν παρά τον οίκτο μας.

Πράγματι, αυτό που ονομάσαμε “δικαιοσύνη”, μας οδηγεί αργά ή γρήγορα στο έγκλημα.
Όλοι είμαστε ένοχοι.

Η τιμωρία είναι αναπόφευκτη.

Ευτυχισμένος είναι εκείνος που κατάφερε ν’ απαλλαγεί απ’ τις ελπίδες και τις προσδοκίες του και έμαθε την υπομονή.

Ο κόσμος του “Αγαμέμνονα” είναι ζοφερός. Αλλά επιτρέψτε το ταξίδι μας στον κόσμο του να είναι ουσιαστικό και συναρπαστικό, γιατί πιστεύω ότι η οδηγός μας – η Ποίηση – γνωρίζει το δρόμο προς τη χαρά.

Δημοσιεύτηκε
04/09/2018 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου